Ο Γιώργος Μπαρτζώκας, με απόλυτα επαγγελματική προσέγγιση, μοίρασε μεθοδικά τον χρόνο συμμετοχής στη νίκη του Ολυμπιακού επί του Πανιωνίου, φροντίζοντας να διατηρήσει το ρόστερ του φρέσκο και ταυτόχρονα ενεργό. Κανείς δεν έπαιξε πάνω από 29 λεπτά, κάτι που δείχνει ξεκάθαρα πως το μυαλό όλων είναι και στο κρίσιμο ευρωπαϊκό παιχνίδι με τη Μακάμπι.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διαχείρισης, ο Τάιλερ Ντόρσεϊ ξεχώρισε. Με 20 πόντους και 6/11 τρίποντα σε 27 λεπτά, απέδειξε ότι παραμένει δολοφονικός από την περιφέρεια και έτοιμος να προσφέρει. Ο Αμερικανός γκαρντ, παρότι δεν χρησιμοποιείται στην EuroLeague λόγω των περιορισμών στους ξένους, δείχνει πως έχει το ταλέντο, το ένστικτο και την εμπειρία για να βοηθήσει.
Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει εύλογα ερωτήματα σε μια περίοδο όπου ο Ολυμπιακός είχε σημαντικές ελλείψεις στα γκαρντ. Είναι άδικο για έναν παίκτη του επιπέδου του να μην υπάρχει τρόπος έστω και περιστασιακής ενσωμάτωσης στην ευρωπαϊκή δράση.
Ανάλογη είναι και η περίπτωση του Άλεκ Πίτερς, που όταν του δίνεται χρόνος δείχνει πως είναι κάτι παραπάνω από ένας ρολίστας. Έχει καλό σουτ, επαφή με το καλάθι, και η παρουσία του στο παρκέ δίνει βάθος και ασφάλεια. Όταν αγωνίζεται σταθερά, ο Ολυμπιακός αποκτά άλλη δυναμική.
Είναι κρίσιμο να διαχωρίζεται η κριτική από την πολεμική. Το να επισημαίνει κανείς πως ο Ντόρσεϊ ή ο Πίτερς μπορούν να προσφέρουν περισσότερα δεν αποτελεί υπόδειξη στον προπονητή, ούτε πράξη αμφισβήτησης. Αντιθέτως, είναι φωνή ενδιαφέροντος και αγάπης για την ομάδα, ιδίως όταν αυτά τα σχόλια συνοδεύονται από γεγονότα στο παρκέ.
Ο Ολυμπιακός είναι μια ομάδα υψηλού επιπέδου και απαιτήσεων, κι αυτό συνεπάγεται πως η ειλικρινής κριτική είναι κομμάτι της διαδικασίας της εξέλιξης και της προόδου.
Η διαχείριση του ρόστερ ανήκει αποκλειστικά στον προπονητή και ο Γιώργος Μπαρτζώκας έχει αποδείξει διαχρονικά την ικανότητά του. Όμως, η εικόνα των παικτών όπως ο Ντόρσεϊ και ο Πίτερς, επιτρέπει στο φίλαθλο κοινό να εκφράσει απόψεις με επιχειρήματα, χωρίς να γίνεται θέμα αντιπαράθεσης.
Γιατί στο τέλος της ημέρας, όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα: έναν Ολυμπιακό δυνατό, ανταγωνιστικό και πολυδιάστατο.